ΑΓΑΠΗΜΕΝΟΙ ΜΟΥ ΠΟΙΗΤΕΣ: ΝΙΚΟΣ ΚΑΖΑΝΤΖΑΚΗΣ [ΑΠΟΦΘΕΓΜΑΤΑ]

Εμφανίσεις: 1579

Γράφει η Παυλίνα Μπεχράκη

“ΔΕΝ ΕΛΠΙΖΩ ΤΙΠΟΤΑ.ΔΕΝ ΦΟΒΑΜΑΙ ΤΙΠΟΤΑ ΕΙΜΑΙ ΕΛΕΥΘΕΡΟΣ”

1] “‘Αν δεν ξεχειλίσει, η καρδιά του ανθρώπου από αγάπη ή από θυμό, τίποτα δεν μπορεί να γίνει στον κόσμο.”

2] “Έχεις ευθύνη, δεν κυβερνάς μονάχα, τη μικρή, ασήμαντη, υπαρξή σου”

3] “Μην καταδέχεσαι να ρωτάς. Θά νικήσουμε? Θά νικηθούμε? Πολέμα.”

4] “Ή καρδιά σμίγει, ό,τι ο νους χωρίζει. Ξεπερνάει τη παλέστρα της ανάγκης, και μετουσιώνει το πάλεμα σε αγάπη”

5] “Έκακομοίρη άνθρωπε. Μπορείς να μετακινήσεις βουνά? Νά κάνεις θάματα? Θεό έχεις μέσα σου, Θεό κουβαλάς, και δεν το ξέρεις. Τό μαθαίνεις μονάχα, την ώρα που πεθαίνεις, μά ‘ναι αργά.”

6] “Ή ευτυχία επάνω στη γης, είναι κομμένη στο μπόϊ του ανθρώπου. Δέν είναι σπάνιο πουλί, να το κυνηγούμε στον ουρανό, ούτε στο μυαλό μας. Ή ευτυχία είναι ένα κατοικίδιο πουλί στην αυλή μας!”

7] “Ή φυγή δεν είναι νίκη, το όνειρο είναι τεμπελιά, και μόνο το έργο, μπορεί να χορτάσει τη ψυχή, να σώσει τον κόσμο..”

8] “Ή ζωή όλη είναι μιά φασαρία. Μόνο ο θάνατος δεν είναι. Ή ζωή είναι όταν λύνεις το ζωνάρι σου, και ζητάς φασαρίες.”

9] “Άν μπορείς κοίταξε τον φόβο κατάματα, και ο φόβος θα φοβηθεί και θα φύγει.”

10] “Από τα καλά κερδεμένα, παίρνει o διάβολος τα μισά. Άπό τα κακά κερδεμένα, παίρνει και τον νοικοκύρη.”

11] “Δέν τον φοβάμαι τον Θεό, αυτός καταλαβαίνει και συγχωράει. Τους ανθρώπους φοβάμαι. Αύτοί δεν καταλαβαίνουν και δεν συγχωράνε..”

12] “Αλίμονο, σ’ όποιον ζει στην “έρημο” και θυμάται τον κόσμο.”

13] “Τίποτα γενναό δεν μπορεί να κάνει ο άνθρωπος, στον κόσμο, αν δεν υποτάξει τη ζωή του, σε έναν αφέντη ανώτερό του.”

14] “Ή ευτυχία είναι πράγμα απλό. λιτοδίαιτο. Ένα ποτήρι κρασί, ένα κάστανο, ένα φτωχό μαγκαλάκι, η βοή της θάλασσας. Τίποτα άλλο.”

15] “Αυτό που θέλω να αφήσω πίσω μου, είναι ένα καμένο κάστρο. Τίποτα άλλο δεν θέλω να αφήσω.”

16] “Κάθε Έλληνας, που δεν παίρνει έστω για μιά φορά στη ζωή του, μια γενναία απόφαση, προδίδει τη ράτσα του.”

17] “Έίδα κάποτε μια μέλισσα πνιγμένη μέσ το μέλι και κατάλαβα.”

18] “Όλα μάταια. μόνο η πράξη, σαν το κρασί, μας γελάει, και μας σηκώνει λίγο.”

19] “Τί φοβερός ανήφορος, από τον πίθηκο, στον άνθρωπο, και από τον άνθρωπο στον Θεό?”

20] “Ό άνθρωπος βιάζεται ο Θεός δεν βιάζεται”

21] “Μιά αστραπή η ζωή μας, μα προλαβαίνουμε.”

22] “Ό,τι δεν συνέβη ποτέ, είναι ό,τι δεν ποθήσαμε αρκετά.”

23 “Έχεις τα πινέλα, έχεις τα χρώματα, ζωγράφισε τον παράδεισο και μπές μέσα”

24] “Άν μια γυναίκα κοιμηθεί μόνη, ντροπιάζει όλους τους άντρες.”

25] “Ό σωστός δρόμος, είναι ο ανήφορος.”

26] “Δέν υπάρχουν Ιδέες, υπάρχουν μόνο άνθρωποι, που κουβαλάνε τις Ιδέες. Αύτές παίρνουν το μπόϊ του ανθρώπου, που τις κουβαλάει.”

27] “Ή πέτρα, το σίδερο, το ατσάλι, δεν ανέχουν. Ό άνθρωπος αντέχει.”

28] “Έρχόμαστε από μιά σκοτεινή άβυσσο, καταλήγουμε σε μια σκοτεινή άβυσσο. Τό μεταξύ φωτεινό διάστημα, το λέμε ζωή.”

29] “Άγάπα τον άνθρωπο, γιατί είσαι εσύ.”

30] “Όλάνθιστος γρεμός, της γυναίκας το σώμα.”

31} “Τά τετραθέμελα του κόσμου τούτου. ψωμί, κρασί, φωτιά, γυναίκα”

32] “Ή Ελλάδα επιζεί ακόμα, ακόμα επιζεί, νομίζω, μέσα από διαδοχικά θαύματα.”

33 “Πού να βρώ μιά ψυχή, σαρανταπληγιασμένη, και απροσκύνητη, να εξομολογηθώ? ”

34] “Τί θα πεί λεύτερος? Αυτός που δεν φοβάται τον θάνατο.”

35] “Ή Κρήτη, δεν θέλει νοικοκύρέους, θέλει κουζουλούς. Αύτοί οι κουζουλοί, την κάνουν αθάνατη.”

Παυλίνα Μπεχράκη

Από το εικονιζόμενο βιβλίο μου

ΣΥΝΕΧΙΖΕΤΑΙ

Η ΦΙΛΟΣΟΦΙΑ ΤΟΥ ΕΡΩΤΑ: ΑΠΟ ΤΟ ΣΥΜΠΟΣΙΟ ΤΟΥ ΠΛΑΤΩΝΑ

Εμφανίσεις: 1722

Γράφει η Παυλίνα Μπεχράκη

Ό ωραίος λόγος του Πλάτωνα, όλο το έργο του, έφθασε μετά από πολλούς αιώνες, πορείας πάνω στη γή του χρόνου, αθάνατο και αναλλοίωτο, ως τις μέρες μας, και όσο θα υπάρχει και ο άνθρωπος. Όλα του τα έργα είναι με τη μορφή διαλόγου, και η εμμονή αυτή στη διαλεκτική, χαρακτηρίζει όλο το έργο του εκτός από ένα την Απολογία του Σωκράτη.

-Μπαίνοντας στο θέμα μας, στο “ΠΕΡΙ ΕΡΩΤΟΣ” από το έργο του, “ΣΥΜΠΟΣΙΟ” θα πούμε πως σε αυτό το έργο του Πλάτωνα τό Συμπόσιο τό “περί έρωτος” έχει χαρακτηριστεί, το πιό ολοκληρωμένο θέμα. Τό “ΠΕΡΙ ΕΡΩΤΟΣ” μέσω τής διαλεκτικής ξετυλίγει, την υπέρτατη αυτή φιλοσοφία, ομορφιά της ζωής, επιθυμία, αξία, που εξασφαλίζει, την ευτυχία της ψυχής, και την άνοδό της, στη σφαίρα, του αληθινού και του ωραίου. Παραβρέθηκαν λοιπόν και συνεβρέθηκαν, επιφανείς, Αθηναίοι, καλεσμένοι, σε μιά θαυμάσια ατμόσφαιρα, όπως συνηθιζόταν, στην Αρχαία Ελλάδα, “τα Συμπόσια” στό σπίτι αυτή τη φορά, του Ποιητή Αγάθωνα, ο οποίος, μόλις είχε κερδίσει στους Τραγικούς αγώνες, με τη πρώτη του Τραγωδία, για να το γιορτάσει. Οί προσκεκλημένοι συνδετημόνες ΣΩΚΡΑΤΗΣ, ΑΓΑΘΩΝΑΣ, ΦΑΙΔΡΟΣ, ΠΑΥΣΑΝΙΑΣ, ΕΡΙΜΑΧΟΣ, ΑΡΙΣΤΟΦΑΝΗΣ ΑΛΚΙΒΙΑΔΗΣ αποφασίζουν, να μιλήσουν “ΠΕΡΙ ΕΡΩΤΟΣ” και να επαινέσουν, αυτή τη μεγάλη αξία, και επιθυμία του ανθρώπου, που δεν έχει εγκωμιαστεί, κατά πως του αξίζει, κατά την άποψή τους. Ό καθένας πήρε τον λόγο, επαινεί και φωτίζει, το θέμα, με μιά διαφορετική οπτική. Τελευταίος πήρε τον λόγο όπως σε όλα τα έργα του Πλάτωνα, ο Σωκράτης, από τον Αγάθωνα, από την άποψη του οποίου θα συμφώνησε ο Πλάτωνας, μιας και στην ουσία είναι ο δικός του λόγος. Μέ μικρά αποσπάσματα από το βιβλίο μου αγαπημένε μου αναγνώστη, θα αναφερθούμε, εν ολίγοις, σε αυτή εδώ τη γραφή, στον καθένα, αρχής γενομένης από τον Φαίδρο.

ΦΑΙΔΡΟΣ “Μεγάλος Θεός είναι ο Ερωτας, και θαυμαστός στους ανθρώπους. Είναι ο μεγαλύτερος σε ηλικία, από τους Θεούς, και αξίζει τιμές. Απόδειξη μάλιστα της αρχαιότητας, είναι, ότι οι γονείς του Έρωτα δεν υπάρχουν. Ό Ησίοδος λέει, ότι πρώτα υπήρξε το χάος, έπειτα η ευρύστερνος Γή, των πάντων βάσις κεφαλής, και αιωνία, και ο Έρωτας. Ό δέ Παρμενίων λέει “Πρώτιστον, ως προς τη γένεση, πάντων των Θεών, τον έρωτα συνέβαλε”

ΠΑΥΣΑΝΙΑΣ “Ο Ερωτας δεν είναι ένας αν και θα ήταν το καλύτερο. Αφού λοιπόν δεν πρόκειται για έναν θα προσπαθήσω να ορίσω, ποιόν Έρωτα οφείλουμε να επαινέσουμε, και έπειτα να προβώσε έπαινο αντάξιο των Θεών. Γνωρίζουμε ότι η Αφροδίτη χωρίς Έρωτα, δεν υπάρχει. Εάν όμως υπήρχε μία Αφροδίτη, ένας θα ήταν και ο Έρωτας. Είναι όμως γνωστό ότι υπάρχουν δύο Αφροδίτες, η ΟΥΡΑΝΙΑ και η ΠΑΝΔΗΜΟΣ.. Ο Έρωτας, της Ουράνιας Αφροδίτης, είναι ουράνιος και πολύτιμος, σε άτομα και Πολιτείες, επειδή εξαναγκάζει, σε προσπάθεια, και φροντίδα, για την αρετή, και την ευτυχία των ανθρώπων. Ό Ερωτας της Πάνδημης, Αφροδίτης, είναι πάνδημος και αυτός, και επομένως, τυχαία τα έργα του. Είναι ο Ερωτας των φαύλων, που προτιμούν τα ανόητα, σκεπτόμενοι μόνο την απόλαυση, και αδιαφορώντας, για τον τρόπο, εξ αιτίας αυτού, τους συμβαίνει να πράττουν, ό,τι τύχειόμοια το αγαθό ,όπως και το αντίθετο”.

ΕΡΥΞΙΜΑΧΟΣ “Επειδή ο Παυσανίας, άν και άρχισε καλά τον λόγο του, και νομίζω ότι καλά έκανε, όσο αφορά τον Έρωτα ως διπλό, αλλά θεωρώ ότι επιβάλλεται να του συμπληρώσω, να πώ, πως ο Ερωτας, δεν υπάρχει μόνο στίς ψυχές των ανθρώπων, αλλά και μέσα σε άλλα πράγματα, με μιά λέξη, σε όλα τα όντα Ό Θεός αυτός, περιλαμβάνει όλα τα πράγματα, ανθρώπινα και θεία, και έχει κάθε δύναμη. Άλλά ο Ερωτας, που αποβλέπει στο αγαθό, και τη πραγματική ευτυχία των ανθρώπων, και που πραγματοποιείται με σωφροσύνη και δικαιοσύνη, σε σχέση με εμάς τους ονητούς, και τους Θεούς, προσφέρει κάθε ευτυχία καθιστώντας μας, ικανούς, να είμαστε φίλοι με τους Θεούς, τους πολύ ανώτερους από εμάς”.

ΑΡΙΣΤΟΦΑΝΗΣ “Κι όμως Ερυστίμαχε, άρχισε ο Αριστοφάνης, εγώ, σκοπό έχω να μιλήσω κάπως αλλιώς, όχι όπως εσύ και ο Παυσανίας. Λοιπόν, εγώ νομίζω, ότι οι ανθρωποι, δεν έχουν αισθανθεί, καθόλου τη δύναμη του Ερωτα, γιατί, εάν την είχαν αισθανθεί, έπρεπε, να του κτίζουν, τεράστιους Ναούς, και Βωμούς, και να του προσφέρουν τις μεγαλύτερες θυσίες, ενώ έως τώρα, τίποτα, από όλα αυτά που έπρεπε να γίνουν δεν γίνονται. Καί εν τούτοις, Έρωτας, είναι ο πιό φιλάνθρωπος, από τους Θεούς, βοηθώντας τους ανθρώπους, γιατρεύοντας όλα τα κακά εκείνα, των οποίων η θεραπεία, θα επέφερε μεγάλη ευτυχία στο ανθρώπινο γένος”.

ΑΓΑΘΩΝ “Ο Θεός αυτός είναι Ποιητής τόσο σοφός, ώστε κάνει Ποιητές, και άλλους. Καί αυτός που ήταν πρίν εντελώς άμουσος, γίνεται Ποιητής, όταν τον καταλαμβάνει ο Ερωτας. Έχει δε γίνει λόγος, για τη σωφροσύνη, τη δικαιοσύνη, την ανδρεία, τη σοφία, αυτού του Θεού. Πρίν την εμφάνιση του Ερωτα, πολλά και δεινά συνέβαιναν, μεταξύ των ανθρώπων, και των Θεών. Όπως λέγεται βασίλευαν μόνο η ανάγκη, και η αταξία. Αλλά αφ’ ότου,ο Θεός αυτός γεννήθηκε από την Αγάπη, για το ωραίο, όλα έγιναν όμορφα. Μού έρχεται, δε και έμμετρα να πώ, ότι ,αυτός ο Θεός, είναι πρόξενος, Ειρήνης, στους ανθρώπους, γαλήνης σεις πελάγη και ανέμων νηνεμίας, και ύπνου αμέριμνου. Και πρώτα εγώ, θα σας εκθέσω πως νομίζω, ότι πρέπει να μιλήσω, για τον Ερωτα, και έπειτα θα μπώ, στο εγκώμιο του Ερωτα. Διότι, μου φαίνεται, ότι όλοι όσοι μίλησαν, ως τώρα, αντί να εγκωμιάσουν τον Θεό, περιορίστηκαν να καλοτυχίσουν τους ανθρώπους, για τα αγαθά που απολαμβάνουν, των οποίων, ο Θεός είναι αίτιος. Λέω λοιπόν εγώ, ότι, μολονότι ,όλοι οι Θεοί, είναι
ευτυχισμένοι, εν τούτοις ο Ερωτας, είναι ευτυχέστερους από όλους, μιας και είναι ο πιό όμορφος, και ο πιό καλός, και δεν συμφωνώ, με τον Φαίδρο, ότι ο Ερωτας είναι αρχαιότερος του Κρόνου, και του Ιαπετού. Από τη φύση του μισεί, κάθε μορφή γειρατιών, και ούτε τα πλησιάζει, αγαπώντας να βρίσκεται και να συναναστρέφεται, πάντα νέους. Καί αυτός είναι πάντα νέος και απαλός. Καί μάλιστα, τόσο απαλός, ώστε να υπάρξει ανάγκη, ενός Μεγάλου Ποιητή, σαν τον Ομηρο, για να παραστήσει, να πεί. “Τή γην δεν αγγίζει, αλλά εις των ανθρώπων τη κεφαλή πατεί”.

ΣΩΚΡΑΤΗΣ “Λοιπόν φίλτατε Αγάθωνα πιστεύω, ότι πολύ σωστά έθεσες, ως αρχή στον λόγο σου, ότι πρέπει πρώτα να αποδειχθεί, ποιός είναι ό Ερωτας, και έπειτα το έργο του. Ποιανού, Θεού Ερωτα, είναι ο Ερωτας, ή μήπως κανενός? Ρωτάω, όχι αν είναι κάποιας μητέρας, ή κάποιου πατέρα, γιατί θα ήταν γελοίο. Απάντησέ μου. Ό Ερωτας, είναι κάποιου ,ή κανενός? Βεβαιότατα είναι έρωτας κάποιου, είπε ο Σωκράτης στον Αγάθωνα, “κράτησέ το καλά στη μνήμη σου, και πές μου, ακόμα τούτο”. “Καί ποιό από τα δύο πρέπει να δεχθούμε? Ότι, έχοντας εκείνο το οποίο επιθυμεί, είναι έρωτας, ή όχι? Ότι μη έχοντάς το είναι έρωτας? Εύλογο είναι να δεχθούμε, μη έχοντάς το απαντάει ο Αγάθωνας. “Σκέψου καλύτερα Αγάθωνα, μήπως τα πράγματα, δεν είναι απλώς εύλογο, αλλά μήπως αναγκαστικά είναι έτσι. Δηλαδή, εκείνο που επιθυμεί, θέλει, εκείνο το οποίο στερείται.. Πως θα ήταν δυνατόν, να στερείται κάποιος εκείνο που έχει? Καί το να θέλει κανείς να του να του διατηρηθούν, και στο μέλλον, ότι έχει και στο παρόν, δεν αποτελεί έρωτα. Εκείνου που δεν έχει ακόμα στη διάθεσή του και ούτε το κατέχει δεν αποτελεί έρωτα? Καί αυτός λοιπόν και κάθε άλλος, που επιθυμεί, αυτό που δεν βρίσκεται στη διάθεσή του ,αυτό που δεν είναι παρόν, αυτό που δεν έχει, και το οποίο στερείται, αυτό δεν είναι που εξ αιτίας του, θα μπορούσε, να υπάρξει επιθυμία και έρωτας?”

Βεβαιότατα συμφώνησε ο Αγάθωνας. “Μού φαίνεται ότι είναι ευκολότερο να σας διηγηθώ, τα πράγματα, κατά τον τρόπο, που μου τα έλεγε, κάποτε, μια ξένη Μάντισσα, η Διοτίμα, ελέγχοντας τα όσα της έλεγα, γιατί και εγώ, πάνω κάτω, έλεγα σε αυτή, όσα και ο Αγάθωνας. Ότι δηλαδή, ο Ερωτας, είναι μεγάλος Θεός, και ότι είναι έρωτας, του ωραίου. Αυτή δε, με έλεγχε, αποδεικνύοντας μου, ότι κατά τα λεγόμενά μου, ο Ερωτας, δεν μπορούσε, να είναι ούτε ωραίος, ούτε αγαθός. Καί έγώ ρώτησα. “Τί θέλεις να πείς Διοτίμα?” Καί αυτή είπε. “Τί είναι αυτά που λές Σωκράτη? Δέν πρέπει να νομίζεις αναγκαστικά, πως ο΄τι δεν είναι ωραίο, είναι και άσχημο, και ό,τι μη αγαθό είναι κακό. Έτσι και για τον Ερωτα” Εν τούτοις παρατήρησα εγώ, όλοι συμφωνούν, ότι είναι μεγάλος Θεός. “Πές μου Σωκράτη, δεν νομίζεις, ότι όλοι οι Θεοί, είναι ευτυχισμένοι, και όμορφοι, και εσύ δεν είπες, ότι ο Ερωτας, επιθυμεί, τα ωραία και τα αγαθά που στερείται? Πως μπορεί λοιπόν να είναι Θεός, αυτός που στερείται τα αγαθά και τα ώραία?” Τότε είπα εγώ, “τί μπορεί να είναι ο Ερωτας? Θνητός?” Καί η Διοτίμα μου είπε. “Καθόλου. Είναι κάτι μεταξύ θνητού και Αθάνατου. -δαίμονας μεγάλος Σωκράτη. Διότι κάθε δαιμόνιο βρίσκεται κάπου στη μέση και των δυό συμπληρώνει το κενό, ώστε με τον ίδιο τρόπο το ίδιο το Σύμπαν, να συνδέεται με τον εαυτό του>Ή δύναμή του είναι μεγάλη, ώστε να μεταφέρει στους Θεούς, τα ανθρώπινα, και στους ανθρώπους τα Θεϊκά, τις παρακλήσεις, τις θυσίες, τις αμοιβές……………..

“Καί ποιός είναι ο πατέρας και η μητέρα του Ερωτα” Ρώτησε στη συνέχεια φίλε αναγνώστη, ο Σωκράτης τη Μάντισσα Διοτίμα. Μακροσκελέστατη ή απάντηση. Δέν μας μένει παρά να μάθουμε την απάντηση της επιγραμματικά σχεδόν για να πάρουμε μιά απάντηση, τι είναι τέλος πάντων αυτός Ερωτάς, δια στόματος, Μέγιστου Σοφού, μέσω του του Πλάτωνα. άν και ήταν υπέροχη, η διήγησή του και να την αναζητήσετε.

-Πατέρας του Ερωτα, είναι ο Πόρος, που στα γενέθλια της Αφροδίτης, ήπιε νέκταρ και μεθυσμένος βγήκε στον κήπο και καθώς τον πήρε ο ύπνος, η Πενία, πού ήταν έξω, και παρακολουθούσε με ζήλια το γλέντι, πλάγιασε μαζί του και γεννήθηκε αυτό το δαιμόνιο, που από τη φύση του Πατέρα του είναι ωραίος, αποβλέπει πάντα στο ωραίο, και είναι άφοβος, ορμητικός, ανδρείος, δεινός θηρευτής, μάγος, φιλόσοφος, ούτε θνητός ούτε αθάνατος. Του έλαχε όμως και ο κλήρος, να είναι πρώτα πάντα, φτωχός, και αντί για απαλός και ωραίος, να είναι ξηρός ζηλιάρης, μή σοφός, άπορος και αμαθής, από τη φύση της μητέρας του, μέχρι να αποκτήσει αυτό που επιθυμεί. Πότε πεθαίνει, πότε ανασταίνεται, πότε φτωχαίνει, πότε πλουτίζει, και πάντα βρίσκεται ανάμεσα στα δύο………………….

[Από το εικονιζόμενο βιβλίο μου]

ΠΟΡΤΡΑΙΤΑ ΑΓΑΠΗΜΕΝΩΝ ΠΟΙΗΤΩΝ: ΑΝΔΡΕΑΣ ΚΑΛΒΟΣ

Εμφανίσεις: 1702

Γράφει η Παυλίνα Μπεχράκη

ΘΕΛΕΙ ΑΡΕΤΗΝ ΚΑΙ ΤΟΛΜΗΝ
Η ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ

Ό Ανδρέας Κάλβος,γεννήθηκε στη Ζάκυνθο, από πατέρα Κερκυραίο και μάννα Ζακυνθινή. Ο πατέρας του Ίωάννης Κάλβος, ήρθε στη Ζάκυνθο ώς αξιωματικός των Βενετσάνων, που κατείχαν τα Επτάνησα, συνδέεται με την Ανδριανή ,κόρη Αριστοκρατικής οικογένειας του Νικόλαου Ρουκάνη, την οποία σε λίγο παντρεύεται. Η ληξιαρχική πράξη γάμου, που σωζόταν, ως τους σεισμούς του 1953,στο αρχείο φυλάκιο Ζακύνθου, αναφέρει, ότι ο γάμος έγινε στίς 19 Ιουλίου του 1791..Δέν πέρασε καλά καλά ένας χρόνος, και γεννήθηκε ο Ποιητής κάπου τον Μάρτη του 1792 Άπό πολύ μικρός ο Ποιητής, θα νιώσει τη πρώτη πίκρα στή ζωή του. Ό πατέρας εγκαταλείπει τη μάνα του και έτσι η μοίρα του τον διώχνει ,Από την ωραίαν και μόνη Ζάκυνθο, και τον φέρνει κοντά στον πατέρα του στό Λιβόρνο της Ίταλίας. Τό Λιβόρνο, αυτό τον καιρό που εγκαταστάθηκε ο Ποιητής,1801-1802,είχε καταστεί κέντρο της Ελληνικής Επανάστασης. Τό νέο πλαίσιο που ζεί ο Ποιητής, είναι εξ ίσου δημοκρατικό, με τη φλογερή Ζάκυνθο Θά επηρεαστεί βαθειά από αυτές τις ωραίες, δημοκρατικές ιδέες, και θα μείνουν για πάντα ριζωμένες στη ψυχή του. Σέ λίγο θα πάει με τον πατέρα του στη Σάμο, όπου η κοινωνική διαπάλη, έχει πάρει οξεία μορφή, και οι συγκρούσεις ανάμεσα στον λαό και στους άρχοντες είναι τακτικές. Άπό τη ζωή στη Σάμο,ο Κάλβος, επηρεάστηκε ακόμα πιο πολύ, Ή Σάμος, του φέρνει στη μνήμη τους Ζακυνθινούς ποπουλάρους, και την ανατροπή της τυραννίας. Στή Σάμο ο Ποιητής αφιερώνει μία από τις ωραιότερες Ωδές του.

“Όσοι το χαλκέον χέρι
βαρύ του φόβου αισθάνονται,
ζυγόν δουλείας ας έχωσι
θέλει αρετήν και τόλμην
η ελευθερία”

Αφού έζησε κάμποσα χρόνια κοντά στον πατέρα του, φεύγει στα 1812, και πάει στη Φλωρεντία, κοντά στον συμπατριώτη του Ούγκο Φώσκολο, τον Ποιητή των Χαρίτων,και συνδέεται με αδελφική φιλία. Ό οποίος εκτιμάει τον Κάλβο, τον κάνει γραμματέα του τον βοηθάει οικονομικά, και γράφει στη Ζάκυνθο να ζητήσει βοήθεια για τις σπουδές του, γιατί ο Κάλβος ήταν πολύ φτωχός. Δυστυχώς όμως η Ζάκυνθος, δεν έδωσε καμία απάντηση, στην έκκληση του Φώσκολου κατά πως διαφαίνεται από δύο επιστολές του που σώζονται και έχουν μεγάλη ιστορική σημασία. Η αδιαφορία της γενέθλιας γής, οφειλόταν σε πολιτικά κίνητρα, λόγω του ότι ο Φώσκολος ήταν γνωστός για τις Φιλελεύθερες ιδέες του και την εποχή εκείνη ήταν υπό Αγγλική κατοχή. {1814}. Παρ’ όλη τη πικρία του ο Ποιητής αντιλαμβάνεται τα βαθύτερα αίτια, της “Κοινότητας” να βοηθήσει,και γιαυτό όχι μόνο εξακολουθεί να μιλάει με αγάπη, για τη Πατρίδα του, μα ακόμα γράφει, και την ωδή, πρός Ιονίους, που το περίεχόμενό της, είναι τόσο βαθύ, μιλάει για την απελευθέρωση, των νησιών από την Αγγλική τυραννία.

-Ό ΚΑΛΒΟΣ είναι πιά ώριμος πολιτικά. Έχει προσανατολισθεί προς τον “ορθόν λόγον”. Έχει επηρεαστεί, γενικότερα, από τα πολιτικά ρεύματα της εποχής του, που εκφράζονται και στην Τέχνη, με επαναστατικό τρόπο, εκτός από την Ιταλία, και στη Γαλλία τη Γερμανία, την Αγγλία την Ισπανία, και αλλού. Είναι ο καιρός που καταλύονται οι παλιές “άξίες”, και ορθώνονται τα ιδανικά της Δημοκρατίας, της Ελευθερίας, της Ισότητας, της Αρετής και της Αξιοπρέπειας, όπως τα διατύπωσε, η Ιστορική διακήρυξη, του 1780.

– ΤΩΡΑ ο Κάλβος, αρχίζει να σκέπτεται τη σκλαβωμένη Πατρίδα του, και όταν ο Φώσκολος θα του πει ότι η υπόθεση εκεί κάτω, είναι χαμένη, αυτός δεν θα συμφωνήσει .Καί είχε δίκιο, όπως δείχνουν τα ιστορικά γεγονότα που ακολούθησαν. Δέν είναι δε, τυχαίο, που ο Κάλβος, γράφει στα 1811,την ωδή στον Ναπολέοντα, πιστεύοντας πως, θα βοηθούσε για την απελευθέρωση, της Επτανήσου, αλλά απογοητευμένος από τη μεταστροφή, του Κορσικανού, και βλέποντάς τον σαν σφετεριστή, της λαϊκής δύναμης, θεώρησε σκόπιμο να τη καταστρέψει. Μάλιστα, στην ωδή, προς Ιονίους που έγραψε το 1814,όπως προείπαμε, προτάσει τους λόγους που τον έκαναν να καταστρέψει την ωδή προς τον Ναπολέοντα. Ό Αυτοκράτορας Αλέξανδρος είχε υποσχεθεί στον δικό μας Καποδίστρια, πως η Ιονία θα ανακηρυχθεί Ελεύθερη Πολιτεία. Μά ένας προδότης, δημοσίευσε, πως θα παραχωρηθούν αυτά τα όμορφα Νησιά σε εκείνον, τον βασιλιά της Νάπολης, που είχε ακρωτηριάσει το βασίλειό του, και το είχε περιορίσει στη Σικελία. Ό φόβος μου μη και συμβεί, αυτή η δυστυχία μου, με έκανε να γράψω αυτή την ωδή. Μετά τον θάνατο του Προστάτη του, Φώσκολου, γυρίζοντας από χώρα σε χώρα διωκόμενος για τις ιδέες του, ο Ποιητής θα πάει στην Ελβετία. Στή Γενεύη με το ξέσπασμα της Ελληνικής Επανάστασης, δημιουργείται, μεγάλο φιλελληνικό ρεύμα, και δημιουργούνται μάλιστα και φιλελληνικά κομιτάτα.

– Οί ΩΔΕΣ του Κάλβου, προκαλούν μεγάλη αίσθηση, και μεγάλο ενδιαφέρον στους φιλολογικούς και πολιτικούς κύκλους της Γενεύης. Σέ λίγο μεταφράζονται, και τυπώνονται αυτές οι 10 πρώτες στο Παρίσι, και μέσα από την υπέροχη Πατριωτική γραφή ,έρχεται σε άμεση επαφή, με τα φωτεινά μυαλά του καιρού του. Ή μετάφραση, του Παρισιού, προλογίζεται, από Κωνσταντίνο .Νικολόπουλο. βιβλιοθηκάριο της βιβλιοθήκης, του Γαλλικού Ινστιτούτου του Παρισιού και κλείνει τον ωραίο πρόλογο με τούτα τα λόγια.

– ΠΡΟΙΚΙΣΜΕΝΟΣ ο Έλληνας Ποιητής, με ζωντανή και γόνιμη φαντασία, φλεγόμενος, από την ευγενική λαχτάρα, να τιμήσει τη Πατρίδα του, αφοσιώνεται κατά προτίμηση, στην υψηλή λογοτεχνία, και ιδιαίτερα στη λυρική Ποίηση. Όταν για πρώτη φορά, διάβασα τις ωδές του, μου έκαναν τόση εντύπωση, ώστε δεν μπόρεσα να μη φωνάξω, σε μιά κίνηση ενθουσιασμού. Ώ! Αγαπημένη μου Ελλάδα, έχεις πιά έναν κλασικό Ποιητή, έναν άξιο ψάλτη, όλων των ηρωικών αγώνων σου, και των ανήκουστων συμφορών σου…. Και όπως απέδειξε η ιστορία, ο πρώτος κριτικός του Ποιητή των ωδών, δεν έπεσε έξω ούτε κατά μία κεραία. Ο Ανδρέας Κάλβος έγινε ένας από τους Μεγάλους Ποιητές του καιρού του.

– Ή ΣΥΝΒΟΛΗ τού Κάλβου στόν εθνικολυτωτικό αγώνα, του σκλαβωμένου γένους από την αρχή, ήταν μεγάλη. Αργότερα όταν το Παρίσι γίνεται το βασικότερο κέντρο του φιλελληνισμού, ο Ποιητής θεωρεί χρέος του, να πάει στη Γαλλική Πρωτεύουσα, που άλλωστε τρέφει μια μεγάλη αγάπη, για τις δημοκρατικές της παραδόσεις, όπου γνωρίζεται με πολλές προσωπικότητες, με δημοσιογράφους, και φίλους του απελευθερωτικού αγώνα, του Έθνους. Εκεί τυπώνει, και πάλι στα 1826,και τη δεύτερη συλλογή των ωδών, την οποία αφιερώνει στόν Φιλέλληνα στρατηγό Λαφαγιέτ. Ή δεύτερη αυτή συλλογή των ωδών, λόγω και του ότι είναι πλέον το Εθνικό Ελληνικό ζήτημα, στά χείλη όλων, προκαλεί, τα πιό ευνοϊκα σχόλια στον τύπο. Καί είναι για τον Καλό αυτόν Έλληνα και Σπουδαίο Ποιητή, ή μόνη φορά που βλέπει τον εαυτό του νικητή. Στό Παρίσι τον αποκαλούν Πίνδαρο!

– ΤΟΤΕ ακριβώς αποφασίζει να κατεβεί στην Ελλάδα, για να πολεμήσει, για την Ελευθερία της Πατρίδας του. Σέ αποχαιρετιστήριο γράμμα προς τον Λαφαγέτ, θέτει διαχρονικά ιδανικά, που ως σήμερα συγκλονίζουν την ανθρωπότητα, και για τα οποία και σήμερα αγωνίζονται οι Λαοί. Θέτει ιδανικά,
πέρα από τη στενή έννοια της απελευθέρωσης ενός λαού. Γενικεύει το θέμα, και τοποθετεί τον αγώνα του Έθνους, για τα πανανθρώπινα ιδανικά, της Αρετής, της Δικαιοσύνης, και της Ελευθερίας.

– Ό Ποιητής φθάνει στο Ναύπλιο, στις αρχές του 1826,Δυστυχώς όμως, εκεί είδε από κοντά, αυτά που δεν έβλεπε από μακριά. Στό Ναύπλιο, έπειτα από την έξοδο του Μεσολογγίου, οι διάφορες φατρίες, που κυβερνούσαν, τρομοκρατημένες από τις νίκες των τυράννων, δεν ενδιαφέρονταν δια την ανασύνταξη, των δυνάμεων του μαχόμενου Έθνους. Η Διχόνοια, είχε τον πρώτο λόγο, με τον Κολοκοτρώνη, στη φυλακή. Δέν ενδιαφέρονταν για τίποτα άλλο παρά μόνο πως θα σώσουν το σαρκίο τους φτάνοντας ακόμα και σε προσκύνημα, προκειμένου, να εξυπηρετήσουν ακόμα και τα συμφέροντά τους.Έτσι ήταν φυσικό να μη δώσουν καμία σημασία στον ερχομό του Κάλβου, στόν φλογερό πατριώτη, που ήλθε στην Ελλάδα, δια να κάνει κάτι ωφέλιμο για τη Πατρίδα του. Ο Ποιητής
αισθάνεται βαθιά απογοήτευση, βλέποντας να καταπατώνται τα όσια και ιερά της Επανάστασης, να οργιάζει η μικροσυναλλαγή, και οι διάφορες φατρίες να αλληλοσπαράζονται .Όλη αυτή η κατάσταση τον κάνει να φύγει για τη Κέρκυρα. Ό Ποιητής μακριά από την Επανάσταση, όπως προείπαμε, είδε τα πράγματα, στην ιδανική τους μορφή, δέν κατάλαβε, ότι εκτός από τον αγώνα τον ιερό για την Ελευθερία, θα υπήρχαν και οι πίκρες για τα κακώς κείμενα, καί στεναχώριες, και λύπες και διάφορες διαπρεπείς καταστάσεις, και ταλαντεύσεις. Κατά τη διάρκεια που έμεινε ο Ποιητής στη Κέρκυρα, δεν έκανε παρέα με τους άλλους Ποιητές, Της Επτανήσου, και κυρίως με τον Σολωμό. Μερικοί Ιστορικοί υποστηρίζουν, την άποψη, ότι αυτό οφείλεται, στο αγέρωχο, και υπεροπτικό ύφος του Κάλβου. Πως ήταν ιδιόρρυθμος, μοναχικός σαν χαρακτήρας. Άλλοι πάλι λένε πως η Επτανησιακή Σχολή, δεν ανεχόταν, το γλωσσικό ιδίωμα του Κάλβου,και θεωρούσε τον Ποιητή αποστάτη. Οί απόψεις αυτές έχουν κάποια βάση, Όμως σε καμία περίπτωση, δεν μπορούν να εξαντλήσουν το θέμα αυτό γιατί η παραμονή του στη Κέρκυρα, κράτησε 25 ολόκληρα χρόνια. Δέν ήταν σύντομη. Αξίζει να πούμε, προκειμένου να μπορέσουμε να δούμε βαθύτερα τον ψυχικό του κόσμο, ότι ο Κάλβος, αν και όπως φαίνεται από τα ιστορικά στοχεία των βιογράφων του, είχε πολλές συναισθηματικές περιπέτειες, που απλά το αναφέρουμε σαν πληροφορία και μόνο, δέν αφιέρωσε ποτέ, ούτε ένα στίχο για τη γυναίκα, όπως έκαναν τόσοι και τόσοι Ποιητές, όλοι γενικά, της εποχής εκείνης, που ο ρομαντισμός ήταν στα ύψη. Ό Κάλβος, τη λύρα του, ήθελε να τη χρησιμοποιήσει, για να ανεβεί εις τον τραχύν, τον δύσκολον, της Άρετής τον δρόμον. Πού δεν είναι τίπα’ άλλο παρά το σύνολο, των αξιών, που μαχόταν ο κόσμος, για την αναγέννηση της ανθρωπότητας, που είχε πέσει σε βαθύ σκοτάδι. Ή μόνη ωδή, θερμότατατης αγάπης, που αφιερώνει σε γυναίκα, είναι προς τη μητέρα του.

“Ώ των πρώτων μου χρόνων,
σταθερά παρηγόρησης,
όμματ’ όπου με βρέχατε,
με γλυκά δάκρυα.!
Καί εσύ στόμα όπου εφίλησα,
τόσες φορές ,με τόσην
θερμοτάτην αγάπην,
πόση άπειρος άβυσσος,
μας ξεχωρίζει!”

ΤΟ ΠΟΙΗΤΙΚΟ έργο του Κάλβου, είναι πολύ μικρό σε όγκο,-όλες όλες είκοσι ωδές, μα με πολύ Μεγάλο περιεχόμενο. Γιά πολλά χρόνια ο Σπουδαίος αυτός Ποιητής, που είναι γνωστός σε πλατύ κοινό και αναγνωρίζεται ως ένας από τους Σπουδαίους της εποχής, στην Ελλάδα, είναι εντελώς παραγκωνισμένος. Γιά πρώτη φορά έγινε λόγος γι’ αυτόν, στο φιλολογικό περιοδικό του Συλλόγου “Παρνασσός”, από άρθρο, της Γαλλίδας λογίας Ιουλιέτας Λαμπέρ, σε μετάφραση, της Ευφρασίας Κετσέα. Τό 1888 έρχεται ο Παλαμάς και μας λέει, πως “οι ρυθμοί, του Κάλβου, εξεγείροσι βαθέως, την σκέψιν, και μας παρέχουσιν αισθητικήν απόλαυσιν, εκ των σπουδαιοτέρων, και ότι είναι, ο κατ’ εξοχήν ψάλτης της Αρετής ουχί υπό της στενής χριστιανικής εκδοχής, του ασκητισμού, και της ταπεινότητος, αλλά υπό τας δύο καλλίστας αυτής μορφάς, της Ανδρείας, και της Δικαιοσύνης”.

Ο Παλαμάς πρώτος αναγνωρίζει, το μεγάλο ταλέντο του Κάλβου, και του αφιερώνει ένα τραγούδι, στη συλλογή του “Ίαμβοι, και Ανάπαιστοι”. Άπό τότε, αναγνωρίζεται πλέον, και στην Ελλάδα ως Μεγάλος Ποιητής. Σ’ αυτήν ακριβώς την εποχή η νεοελληνική Ποίηση βάφτιζε το ταλέντο της, στον αντίλαλο, του μεγαλειώδους Αγώνα του Γένους για την Ελευθερία του, στην Επανάσταση του 1821,και στά ιδανικά, της Αρετής, της Δικαιοσύνης, και της προόδου του νεοσύστατου Ελληνικού Κράτους. Τά κύριο θέμα της Ποίησης του Κάλβου, είναι η Αρετή και η Ελευθερία, που αποτελούν και μία αδιάσπαστη ενότητα. Αύτά άλλωστε τα ιδανικά, είναι και ιδανικά όλων των λαών της Ευρώπης, στην εποχή που αυτός έγραψε τις ωδές του.. Έχοντας λοιπόν βαθιά επηρεαστεί από τις βαθιές αλλαγές, που συντελούνται στην Ευρώπη, φωτισμένος, από τις ιδέες και τις αξίες της Ελληνικής Επανάστασης, και έχοντας μέσα του, τα ουσιαστικά γνωρίσματα της ρωμαλαιότητας, που έχει η ελεύθερη σκέψη, μαζί με το ιερό πάθος της ελευθερίας και της αρετής, κατόρθωσε, να δώσει, με τους Πινδαρικούς στίχους του, όλο το μεγαλείο, και το νόημα της μεγάλης εποχής του. Ό στίχος του του Κάλβου, μοιάζει με δωρική κολώνα. Ό Ποιητής, είναι ένας άλλος Τυρταίος, που μιλάει κατ’ ευθείαν, στη ψυχή, και τη συνείδηση του Έθνους, και εκφράζει, με άφθαστους και υπέροχους στίχους, το μίσος κατά των τυράννων, και την αγάπη προς την ελευθερία της Πατρίδας.

-ΌΛΕΣ οι ωδές του είναι αφοσιωμένες στην Επανάσταση του Γένους. Ή έμπνευσή του κινείται απ’ αυτή και μόνο απ’ αυτή, και μακρυά όπως βρίσκεται από την Ελλάδα, με την αρετή και το πάθος του για την ελευθερία, γίνεται με τις ωδές του, ο ασυμβίβαστος, και αδιάλακτος κήρυκάς της. Αύτην τη Ποίηση ήθελε εκείνη τη στιγμή η Ελλάδα, και γέμισε όλους τους λαούς με προσδοκία, και αγαλλίαση, πως κάτι νέο γεννιέται καλό .για την ανθρωπότητα και όχι μόνο για το σκλαβωμένο Ελληνικό Έθνος. Θα τελειώσω αυτό το κεφάλαιο-αφιέρωμα στον μεγάλο ποιητή, και πιστεύω ότι θα είναι και ο πιο ωραίος επίλογος του βιβλίου με κάποιες από τις ωδές του και τον ωραίο λόγο για τον Μέγιστο Ποιητή Ανδρέα Κάλβο, ενός άλλου Καλού Έλληνα, του Σπουδαίου μας Νομπελίστα Ποιητή Οδυσσέα Ελύτη!

[Απευθυνόμενος, προς τους Ηγεμόνες; που καταπιέζουν τους λαούς θα τους πεί]

“Όταν υπό τα σκήπτρα σας
νέους λαούς καλείται
νέους ιδρώτες θέλετε
εσείς για να πληρώσητε,
πλουσιοπαρόχως,
Τά ξίφη όπου φιλάγουσι
τα τρέμοντα βασίλειά σας”.
“Καί τώρα εις προστασία μας!
Τά χέρια σας απλώνετε!
Τραβήξετέ τα όπίσω”

[Σέ άλλο σημείο κεραυνοβολεί όλους εκείνους, που στάθηκαν ενάντια,στην εξέγερση του Εθνους.]

“Όταν το δέντρο νέον
εβασάνιζον οι άνεμοι,
τότε βοήθειαν ήθελε,
εδυναμώθη τώρα,
φθάνει η ιαχύς του.”

[Καί αλλού επανέρχεται, για να στηλιτέψει, την τυραννίας και να προφητέψει, ότι θα πέσουν οι τύραννοι.]

“Όταν είναι
τυφλή και σκληροτέρα
η τυραννίς, τοσούτον,
ταχυτέρως, ανοίγονται
σωτήριαι θύραι.
Ανεπόταν, πεθαίνει
πονηρός βασιλεύς,
έσθην η νήχταεν άστρον,
ήθελον μείνει ολίγα
ουράνια φώτα.”

[Ή Πίστη στον όποιον Θεό, δεν έχει τίποτα το μεταφυσικό. Ο Θεός του Κάλβου, δεν ευλογεί κάθε πόλεμο, παρα μόνο τον πόλεμο, που διεξάγεται γιά την ελευθερία και τη Δικαιοσύνη, των καταπιεσμένων].

“Βλέπει ο Θεός και αστράπτει
δια τους πανούργους.
Ποτέ εις την γην οι αθάνατοι
τους ληστάς δεν αφήνουν ατιμώρητους.,
Επί τας κεφαλάς
των αχαρίστων”.

[Ο πατριωτισμός του Ποιητή, και η βαθιά πίστη, στα ιδανικά του καιρού του, θα αναφωνήσει.]

“Ώ Ελλας; ώ Πατρίς μου,
ελπίδων γλυκοτάτων
μήτηρ σε βλέπω ακόμα
ζώσαν και μαχώμενην,
και αναλαμβάνω”.

[Θά πεί ακόμα στους Έλληνες, ότι η διχόνοια, καταστρέφει τα Έθνη, και τους λαούς. Καί μόνο η ομόνοια θα τους σώσει]

“Μάθε ότι εις τους χορούς
των πολέμων, ως έσωσεν,
η ανδρεία τον στρατιώτην
ούτω εις αυτούς η ομόνοια
σώζει το Έθνος”.

Η ΑΛΗΘΙΝΗ ΦΥΣΙΟΓΝΩΜΙΑΚΑΙ Η ΛΥΡΙΚΗ ΤΟΛΜΗ ΤΟΥ ΑΝΔΡΕΑ ΚΑΛΒΟΥ ΚΑΤΩ ΑΠΟ ΤΙΣ ΣΠΑΘΙΕΣ ΤΟΥ ΕΙΚΟΣΙΕΝΑ

Κάτω από τις σπαθιές του εικοσιένα, πίσω από την επίμονη λάμψη της Αρετής, μέσα στην ίδια την υπεργλυκητάτην ελευθερίαν, κοίταζα για χιλιοστή φορά τον Ποιητή, που μοιάζει, νά’ χει εξορίσει από μέσα του, κάθε ατομική επιδίωξη, νά έχει, θυσιάσει κάθε προσωπική του φιλοδοξία, με μόνο σκοπό, πως θα εξυπηρετήσει, καλύτερα τη φλογερή φιλοπατρία του, που τον φλογίζει, πως θα ανεβάσει κι’ εκείνους που θα τον ακούσουν, ως το μοναδικό ύψος, της Αρετής και της Ελευθερίας. Ή Ελληνική Επανάσταση απλώνεται μπροστά του, που για την ευτυχία του ιερού σκοπού της, είναι ανάγκη ,να επιστρατευθούν όλες οι εκδηλώσεις της ζωής, και η Ποίηση. Αυτή θα γυμνάσει τις ψυχές των Ελλήνων, αυτή θα τους απομακρύνει από τη τριφηλή αντίληψη της ζωής, θα τους προτρέψει στην άσκηση του κορμιού, στη λιτότητα, στην πίστη. Ο Ίδιος ο Μεγάλος Ποιητής, δίνοντας το παράδειγμα, επιβαίνει με λυρικά φτερά, τα κρημνά της Αρετής. Τό καύχημα της Αρχαίας δόξης, που ολοένα επικαλείται, τον δένει πάλι με την Αρχαία Ελλάδα, τον βάζει να μιλεί τη γλώσσα των μύθων της, ν’ ανασταίνει στην ίδια γή, την ωδή, που ισάξια θα ψάλει, καινούργιους ήρωες, που θ’ αφήσει να περάσουν, με τις βράκες και τα φέσια τους, με τον πολεμόχαρο χτύπο των σπαθιών τους, ο Μπότσαρης, ο Κανάρης. Γι’ αυτόν, από τη στιγμή που άστραψε η Επανάσταση, του Γένους το αληθινά αυτό μεγαλειώδες γεγονός, αφιέρωσε σ’ αυτό τη Τέχνη του, που ισοδυναμούσε με το να πάρει το τουφέκι, και να βγεί, τραγουδώντας στα πιο ψηλά κορφοβούνια. Αφοσιωμένος στα πάτρια, υπερμάχεται “δια τον σταυρόν ανδρείως” και βάζει τον σκοπό του μοναδικό να ξαναποχτήσει με ιδρώτα και με αίμα, το καύχημα της δόξης.

“Πυκναί, πυκναί, ως ομίχλη,
περνάουν, από έμπροσθέν μου.
των ψυχών, οι χιλιάδες’ τα χέρια των
ακόμα στάζουσιν αίμα”

Δεν ανέχεται ο Ποιητής των ωδών, να βλέπει στη σκλαβιά, αυτά τα ευτυχισμένα χώματα, και να υποφέρει, να τα βλέπει κάτω από τα βάρβαρα πατήματα εχθρών -τυράννων, ζεί για να ονειρεύεται τη πραγματοποίηση της Ελευθερίας τους.

“Ώ Ελλάς!-ώ πατρίς μου!
Ελπίδων γλυκυτάτων
μήτηρ! σε βλέπω ακόμα
ζώσαν κι μαχόμενην,
και αναλαμβάνω.”

ΚΑΗΜΕΝΕ ΜΕΓΑΛΕ ΑΝΘΩΠΕ, μας χώρισαν οι καιροί,
ήρθες πολυ νωρίς για την Ελλάδα, κι’ εμείς ήλθαμε πολύ αργά για σένα.
Και δεν μπορούμε πια να σου πούμε, πόσο μεγάλος είσαι, δεν θα μάθεις,
ποτέ πως βρέθηκαν μερικοί για να σ’ αγαπήσουν, πως βρέθηκε στόν κόσμο
για σένα λίγη αγάπη!

“Ώ ψυχή δακρυχέουσα.
Ώ τεθλιμμένος φύσημα,
Όμή νεοσπαραγμένη.
Στήθη αφίλητα
Σας άρπαξεν η τύχη
Πίνομεν το πικρόν ποτήριον
Της ξενιτείας, αναστενάζει
η ψυχή μας, αλλά ποτέ δεν
φθάνομεν την ευτυχίαν”

Πράγματι, δεν γνώρισε ποτέ την ευτυχία. Ένας γέροντας με ρούχα κατάμαυρα,
στεκόταν μπροστά μου, σαν έφευγε απογοητευμένος για το Λονδίνο,
αποχαιρετώντας την γλυκυτάτην Πατρίδα, με τη βαθιά μόρφωση κρυμμένη
κάτω από ένα δύσκολο χαρακτήρα, και να αποφεύγει τον κόσμο,
να κλείνεται στον εαυτό του, δίχως να τον δένει τίποτα με τα εγκόσμια
‘ΚΑΗΜΕΝΕ ΜΕΓΑΛΕ ΠΟΙΗΤΗ! Έτσι εχαιρέτισε η σημερινή γενιά
τον Γέρο Αετό, που ολομόναχος κτυπάει πάντοτε τις φτερούγες του,
πάνω από τη λυρική κορφή του δέκατου ένατου αιώνα

[ΌΔΥΣΣΕΑΣ ΕΛΥΤΗΣ]

Απόσπασμα από το κεφάλαιο -αφιέρωμα στον Ανδρέα Κάλβο 1941-1942 [ΑΝΟΙΧΤΑ ΧΑΡΤΙΑ]

[Παυλίνα Μπεχράκη]

Από το εικονιζόμενο βιβλίο μου

Εικαστικός, Συγγραφέας, Ποιήτρια

ΣΑΝ ΣΗΜΕΡΑ 11-8-2020 “ΕΦΥΓΕ” Ο ΣΠΟΥΔΑΙΟΣ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΙΟΣ ΠΟΙΗΤΗΣ-ΣΥΓΓΡΑΦΕΑΣ-ΔΟΚΙΜΙΟΓΡΑΦΟΣ-ΚΡΙΤΙΚΟΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ ΝΤΙΝΟΣ ΧΡΙΣΤΙΑΝΟΠΟΥΛΟΣ

Εμφανίσεις: 1613

Γράφει η Παυλίνα Μπεχράκη

ΤΙΜΗΤΙΚΟ ΑΦΙΕΡΩΜΑ ΕΙΣ ΜΝΗΜΗΝ

“ΕΝΟΣ ΛΕΠΤΟΥ ΣΙΓΗ”

Εσείς που βρήκατε τον άνθρωπό σας.
κι’ έχετε ένα χέρι να σας σφίγγει τρυφερά,
‘έναν ώμο, ν’ ακουμπάτε τη πίκρα σας,
ένα κορμί να υπερασπίζει την έξαψή σας,
κοκκινίσατε άραγε, για τη τόση ευτυχία σας
έστω για μιά φορά?
Είπατε να κρατήσετε, ενός λεπτού σιγή
για τον απεγνωσμένο?

[Ντίνος Χριστιανόπουλος] Από τη συλλογή [Ανυπεράσπιστος καημός]

-Ο ΝΤΙΝΟΣ ΧΡΙΣΤΙΑΝΟΠΟΥΛΟΣ, είναι Σπουδαίος Έλληνας-Θεσσαλονικιός Ποιητής. Γεννήθηκε στις 20 Μαρτίου του 1931 στην Θεσσαλονίκη, την οποία λάτρεψε, και δεν εγκατέλειψε ποτέ. Τό πραγματικό του όνομα είναι Κωνσταντίνος Δημητριάδης. Η Ποίησή του έχει αγαπηθεί, και μεταφρασθεί σε πολλές γλώσσες. Γιός προσφύγων από τη Κωνσταντινούπολη, σπούδασε Φιλολογία, στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο, της Θεσσαλονίκης, εργάσθηκε στη Δημοτική Πινακοθήκη της Πόλης, από το 1958-1965 και στη συνέχεια εργάσθηκε ως Επιμελητής εκδόσεων. Τό 1958, άρχισε την έκδοση, του Λογοτεχνικού περιοδικού, “Διαγώνιος” το οποίο συνέχισε την έκδοσή του, μέχρι το 1983, που πρωταγωνίστησε, στη Πνευματική ζωή της Πόλης, με πολλές δράσεις, αγκαλιάζοντας τους νέους λογοτέχνες, και Καλλιτέχνες της Θεσσαλονίκης.

-ΣΤΗ ΠΡΩΤΗ του Ποιητική συλλογή, “Εποχή των ισχνών αγελάδων“, διακρίνεται για το Καβαφικό του ύφος, ενώ στις επόμενες, εκφράζεται με μια γραφή δική του προσωπική, μοναδική, όπου συχνά αναφέρεται καθαρά, και είναι κυρίαρχο, θέμα, στην ομοφυλοφιλική σχέση, το ερωτικό πάθος, που οδηγεί μοιραία, στην απομόνωση και στη μοναξιά. Έχει εκδώσει 14 Ποιητικές συλλογές, και 8 πεζά έργα.,

ΚΡΙΤΙΚΟ ΣΗΜΕΙΩΜΑ ΓΙΑ ΤΟΝ ΠΟΙΗΤΗ, ΤΟΥ ΑΕΙΜΝΗΣΤΟΥ ΣΑΡΑΝΤΟΥ ΚΑΡΓΑΚΟΥ που εμπεριέχεται στο εικ. βιβλίο όσο ήταν στη ζωή, που το χάρηκε ιδιαίτερα ο μοναχικός Ποιητής μας!

“Ένας αμαρτωλός Χριστιανός, ένας αμαρτωλός Παπαδιαμάντης. Κάποτε τολμηρά τόν είπα, Φρανσουά Βιγιόν της λογοτεχνίας μας. Σέ γενικές γραμμές, μιλώ περισσότερο, για τη ποίησή του, που όσο κι’ άν σκανδαλίζει αφήνει μέσα στη ψυχή μου, κάτι σαν λυγμό βιολιού, σε ώρα φθινοπωρινή. Υπάρχει μιά μουσική αύρα στους στίχους του. Από την άλλη μπορεί κανείς να διαφωνεί με κάποιες απόψεις του, δύσκολα όμως μπορεί, να μη παραδεχθεί, κάποιες γενναίες στάσεις του, όπως η απόρριψη, του Κρατικού βραβείου. Το να σε τιμά σήμερα, το Ελληνικό κράτος, συνιστά ατίμωση………….”

ΜΙΚΡΟ απόσπασμα, και από τον εκτενή δικό μου λόγο, που εμπεριέχεται στό εικονιζόμενο βιβλίο επικεντρώνοντας στο σημείο, που αναφέρεται στην απέχθειά του για το βραβεία, που δίχως να το επιδιώκει μετρούσε δεκάδες και το πρώτο Λογοτεχνίας της Ελληνικής Πολιτείας, που αρνήθηκε και αυτό να το παραλάβει, τεκμηριώνοντας με επιχειρήματα, την αρνητική του άποψη για αυτή τη διαδικασία της Κριτικής σκέψης.

“ΑΙΡΕΤΙΚΟΣ” “αναρχικός” “μοναχικός”, είναι κάποιοι, από τους χαρακτηρισμούς, που έχουν κατά καιρούς από Κριτικούς του Λόγου και της Τέχνης αποδοθεί στον Σπουδαίο Ποιητή μας.

Ήταν ένας γνήσιος Πνευματικός άνθρωπος. Ποτέ του, δέν εντάχθηκε, αρνήθηκε με αποτροπιασμό οποιασδήποτε δημόσιας αναγνώρισης, του έργου του, με εξαίρεση, την αποδοχή, της αναγόρευσής του, σε επίτιμο Διδάκτορα, από τη Φιλοσοφική Σχολή, του Α.Π.Θ. στήν οποία σπούδασε, να μην αντιφάσκει, με τη στάση αυτή.

“ΘΥΑΜΕΙΑ 2022” από τον Χορευτικό και Λαογραφικό Σύλλογο Στιμάγκας

Εμφανίσεις: 1642

Χορευτικός και Λαογραφικός Σύλλογος Στιμάγκας «ΘΥΑΜΙΣ» θα πραγματοποιήσει διήμερο εκδηλώσεων, τα “ΘΥΑΜΕΙΑ 2022“, στα πλαίσια του 10ου Διήμερου Διεθνούς Φεστιβάλ Παραδοσιακών Χωρών.

26/8/2022 είναι αφιερωμένη στη Μικρά Ασία με το “σμιγάδι”, στο οποίο θα συμμετέχουν και χορευτές από το εξωτερικό και συγκεκριμένα από Μεξικό-Ινδία και Γκάνα-Γεωργία.

Η 27/8/2022 είναι αφιερωμένη στην Ελληνική Επανάσταση 1821 “200 Χρόνια από τη Μάχη των Δερβενακίων”, στο οποίο θα παρουσιαστεί δρώμενο από τα μέλη της νεοσύστατης ομάδας του συλλόγου, όπως και παρουσίαση από τον Χορευτικό και Λαογραφικό Σύλλογο Στιμάγκας «ΘΥΑΜΙΣ» “Η Στιμάγκα στην Επανάσταση του 1821“.

Φιλική συμμετοχή σε αυτή τη σπουδαία προσπάθεια, θα έχει ο Εξωραϊστικός Πολιτιστικός Σύλλογος Θήβας “ΚΟΝΤΙΤΟ”.

Οι εκδηλώσεις θα πραγματοποιηθούν στην Τοπική Κοινότητα Στιμάγκας στις 20:30 το βράδυ και η είσοδος είναι ελεύθερη σε όλους.

ΠΟΡΤΡΑΙΤΑ ΑΓΑΠΗΜΕΝΩΝ ΠΟΙΗΤΩΝ: ΔΙΟΝΥΣΙΟΣ ΣΟΛΩΜΟΣ Ο ΜΕΓΑΛΟΣ ΕΛΛΗΝΑΣ ΕΘΝΙΚΟΣ ΠΟΙΗΤΗΣ

Εμφανίσεις: 1644

Γράφει η Παυλίνα Μπεχράκη

“ΑΓΓΡΥΠΝΕΙΤΕ ΕΛΛΗΝΕΣ” άκουσα σήμερα, φίλε Αναγνώστη, τη φωνή του Νομπελίστα Ποιητή μας Οδυσσέα Ελύτη, τη στιγμή που ξεκινώντας το διάβασμα του Λογοτεχνικού περιοδικού, “ΝΕΑ ΑΡΙΑΔΝΗ” που μόλις έλαβα, και έχω τη χαρά να συνεργάζομαι σταμάτησε το βλέμμα μου σε μιά θλιβερή σημείωση. Επισήμανση που θεώρησα υποχρέωσή μου να την αναδημοσιεύσω προς ενημέρωση, πρωτού ξεκινήσουμε να διαβάζουμε ΤΗ ΓΡΑΦΗ-ΑΝΑΦΟΡΑ ΣΤΟΝ ΑΓΑΠΗΜΕΝΟ ΕΘΝΙΚΟ ΜΑΣ ΠΟΙΗΤΗ! “Ό Τέως Πρόεδρος της Ακαδημίας Αθηνών, ΘΑΝΑΣΗΣ ΒΑΛΤΙΝΟΣ κατηγόρησε εκτός των άλλων, τον Διονύσιο Σολωμό, πως δεν είναι άξιος για Εθνικός Ποιητής, γιατί ο λόγος του είναι απλοϊκός. Αυτό το δημοσίευσε το αδελφό ΚΥΠΡΙΑΚΟ περιοδικό “ΘΕΜΑΤΑ” και το αναδημοσιεύσαμε και εμείς, ώς είχαμε υποχρέωση, να υπερασπιστούμε τον Εθνικό μας Ποιητή ώς Ελληνες, τόσο απλά, δίχως τους τίτλους, μας. Πάντως η Ακαδημία Αθηνών οφείλει να πάρει θέση για το ολίσθημα του κύριου Βαλτινού. Εκτός αν έχει ακολουθήσε, τη θεωρία του Ερντογάν, “το σήμερα, είναι σήμερα, και το χθές είναι χθές” Νά που φθάσαμε! Τις αρχές της ΝΕΑΣ ΤΑΞΗΣ ΠΡΑΓΜΑΤΩΝ να τις υπαγορεύει ο Αττίλας!

Καί εις άλλα με υγεία!
[ΝΕΑ ΑΡΙΑΔΝΗ]

Τριακόσιοι! Σηκωθήτε
και ξανάλθετε σέ μας,
Τά παιδιά σας θέλ’ιδήτε
πόσο μοιάζουνε με σας.
“Τό Έθνος πρέπει να μάθει να θεωρεί
Εθνικόν, ό,τι είναι Αληθές.
“Πώς πάει το Έθνος? Πώς πάνε οι δουλειές? [……]
Είδες να μαδάνε τη κότα, και ο αέρας
να συνεπαίρνει τα πούπουλα?
Έτσι πάει το Έθνος,
“Κλείσε μέσα στη ψυχή σου την Ελλάδα,
και θα νιώσεις μέσα σου, να λαχταρίζει,
κάθε είδους μεγαλείου!
“Τα μεγαλύτερα συμφέροντα, της Ανθρωπότητας,
δένονται με το παγκόσμιο σύστημα”
[Διόνύσιος Σολωμός]

Ο ΔΙΟΝΥΣΙΟΣ ΣΟΛΩΜΟΣ, είναι ο αρχηγέτης του Έθνους μας. Προστατεύει τη Πατρίδα, από εισβολές, κάθε είδους. Τά ακριβά πολύτιμα συντρίμαμματα του έργου του, είναι καταφύγιο, σε περιόδους δοκιμασίας του Έθνους μας. Ασκημένη η υπέροχη γραφή του, στον Δάντη, στον Πετράρχη, στόν Ευρωπαϊκό Διαφωτισμό, αλλά κα στον Ιταλικό κλασικισμό, στον λυρισμό, και ρομαντισμό, είναι δημιουργός και Πρωτοπόρος, που στέκεται άξια, δίπλα στους άλλους Ευρωπαίους Ποιητές, του καιρού του, που είναι όμως εκτός από Εύρωπαίος και Εθνικός Ποιητής.

-Ό Σολωμός είναι Γεννάρχης, της Νεοελληνικής Ποίησης, τροφοδότης και οδηγός, όλων των μετά απ’ αυτόν Σημαντικών Ποιητών μας Ελλαδιτών και μή, με εξαίρεση τον Καβάφη. Είναι κατά τον Ελύτη, “Γενάρχης” του Νεοελληνικού Πνευματικού Πολιτισμού γενικότερα.”

“ΑΥΤΟΣ ο Μεγάλος Έλληνας είναι το “Μέγα πολυκάντηλο” για τον φωτισμό μας, μέχρι σήμερα. Στό έργο του ανατρέχουμε, και μας δείχνει τον δρόμο. Γιατί ως Έλληνες σε κάθε δύσκολή στιγμή, νιώθουμε διπλές μέσα μας τις ρίζες, που μας σφιχτοδένουν, με ό,τι είναι Πατρίδα, με ό,τι είναι Ελλάδα. Με ό,τι πρίν ήταν πολύτιμο, ιερο, και σήμερα γίνεται και είναι για όλους μας, πολυτιμότερο, και ακριβότερο. Γιατί η Ελλάδα, στη πιό μυστική, και την υπερατομική της πραγματικότητα, είναι Ιδέα, Πνεύμα, και Ποίηση, είναι δημοτικό τραγούδι και Σολωμός”.
[Πολίτης.]

Η ΖΩΗ ΤΟΥ
“Ό Διονύσιος Κόμης Σολωμός, γιος του Κόμητος Νικόλαου Σολωμού, και της κυρίας Αγγελικής Νικλη γεννήθηκε στη Ζάκυνθο, στις 8 Απριλίου 1798. Οί Πρόγονοί του, είχαν έλθει από τη Κρήτη. Η μητέρα του έφηβη στη δούλεψη του πατέρα, όταν τον γέννησε, είχε καταγωγή από τη Μάνη. Ό πατέρας του,
είχε μεγάλη περιουσία, και ανήκε στη Τάξη των λεγόμενων Ευγενών. κατ’ όνομα, Κόμης του Τορτσέλλο ενός από τα νησάκια της Βενετίας. Εκτός από τον Διονύσιο, καρπός της σχέσης τους ήταν και ο Δημήτριος, που γεννήθηκε το 1802.Υπήρχαν και άλλα δύο παιδιά, από τον γάμο του Κόμη με τη Μαριέττα Κάκνη, ο Ρομπέρτος, και η Έλενα. Μιά μέρα πρίν από τον θάνατό του το 1807,χήρος από το 1803,έλαβε για γυναίκα του, νόμιμον και ευλογητικήν, την “κυρίαν Αγγελικήν” και έτσι ενισχύθηκε η κοινωνική θέση των δύο παιδιών του, τα όποία βέβαια ο πατέρας τους τα είχε αναγνωρίσει με διαθήκη ως νόμιμα τέκνα του. Έτσι είχαν δικαιώματα, με τον έναν ή τον άλλον τρόπο, και στον τίτλο, και στη περιουσία. Επτά μήνες μετά η μητέρα του παντρεύεται τον Εμμανουήλ Λεονταράκη, υποτακτικό του Κόμη, και σύντομα, γέννησε τον Ιωάννη, και στη συνέχεια άλλα τρία παιδιά. Τον Σπυρίσωνα, την Αννέτα, και τον Τζόγια. Ο Ιωάννης αργότερα, καθώς ήταν και Νομικός, ήγειρε αξιώσεις στό σύνολο της κληρονομιάς, του Νικόλαου Σολωμού, υποστηρίζοντας ο ίδιος αλλά και η μητέρα του πως ήταν γιός του. Αυτό είχε σαν συνέπεια μακρόχρονη δικαστική διαμάχη, η οποία εξαθλίωσε ψυχικά τον ευαίσθητο Ποιητή, αφού τον έφερα σε ρήξη με την μητέρα του, που πέθανε δυό χρόνια μετά από αυτόν το 1859.Ο Μύθος και η Ιστορία, συναντούν τη βιογραφία του Μεγάλου Εθνικού μας Ποιητή, μέ φόρτιση ίσως ανυπόφορη, παρά τη στοργή που τρέφει γι’ αυτόν ο πατέρα του. Ό σπάνιος αυτός άνθρωπος, ο υψηλής ευφυίας, δεν άντεχε τον σκληρό χαρακτηρισμό “νόθος.. και θα σημαδέψει όλη τη πορεία του Ποιητή. Αγωνία και ντροπή, πολύχρονη πάλη, αδελφοκτόνες διαμάχες, που συμπαρέσυραν όπως προείπαμε και τη μητέρα, σε αντιδικία και πλήρη ρήξη, με τους άλλους δυό γιούς της Διονύσιο και Δημήτριο.. Η θλίψη και η οδύνη δεν τον αφήνουν να ζήσει ομολογεί ο ίδιος.

-Ή ΕΠΙΔΙΩΞΗ να γίνει αυτός ο νόθος γιός, Γενάρχης, και θεμελιωτής, της μητρικής γλώσσας, έγινε σκοπός ζωής, όπως θα δούμε στη συνέχεια. Ό Διονύσιος Σολωμός, ήδη, από πρίν του θανάτου του πατέρα του, σαν αρχοντόπουλο, είχε σπουδαίους δασκάλους. Μετά τον θάνατο του Κόμη, ο κηδεμόνας του, Νικόλαος Μεσσαλάς, στέλνει το 1808, τον Διονύσιο, μαζί με τον Αββά, Δον Σάντο Ρόσσι, για σπουδές στην Ιταλία. Μόλις 10 ετών, γράφεται στο Λύκειο, της Άγίας Αικατερίνης, στη Βενετία, όπου δεν κάθεται για πολύ, λόγω του ατίθασου χαρακτήρα του, που τον φέρνει σε σύγκρουση, με το πολύ αυστηρό περιβάλλον. Πηγαίνει στη Κριμαία, στο εκεί Λύκειο, από το οποίο, έχοντας αποσπάσει, το πρώτο βραβείο, στη ρητορική, αποφοιτά τον Σεπτέμβριο, του 1819,για να συνεχίσει, τις Νομικές του σπουδές, στο Πανεπιστήμιο, Παβίας. Εικοσαετής το 1817-18,επιστρέφει στην Ελλάδα, και διεκδικεί τον τίτλο του Πατέρα του..

-Ο ΕΛΛΗΝΑΣ-ΕΥΡΩΠΑΙΟΣ, και Εθνικός μας Ποιητή, από την Ιταλία, επιστρέφει Ποιητής και όχι Νομικός αφού δεν κατάφερε να ολοκληρώσει τις σπουδές του έτσι που τον κέρδισε η Ποίηση. Ό νεαρός Διονύσιος, πλουτισμένος, με το άνθος της Ιταλικής σοφίας, αλλά και ευρύτερα, της Δυτικοευρωπαϊκής Λογοτεχνίας, και σκέψης, με τα νάματα του διαφωτισμού, επιστρέφει στη γενέτειρά του τη Ζάκυνθο, τον Σεπτέμβριο του 1818.Η κλίση του στη Ποίηση, εκδηλώθηκε από πολύ νωρίς, από τη πολύ νεαρή του ηλικία, και τον οδήγησε τελικά στο τέλος των Νομικών σπουδών, ως δόκιμος Νομικός, στη γνωριμία σπουδαίων Ποιητών, από το έργο των οποίων επηρεάστηκε. Μεταξύ των άλλων τον σπουδαίο Ποιητή Βιντσέτσο Μόντι, δάσκαλό του στό Μιλάνο.

-Ή ΚΛΙΣΗ ΤΟΥ αυτή ήταν ήδη από τότε σε βάθος, αναζήτηση της λειτουργίας της Ποιητικής διαδικασίας. “Πρέπει πρώτα να συλλάβει ο νούς, με δύναμη, και έπειτα η καρδιά, θερμά να αισθανθεί, ό,τι ο νούς συνέλαβε” απάντησε ο Διονύσιος, στον δάσκαλό του, τον Μόντι, όταν του είπε.
“Πρέπει να αισθάνεσαι να αισθάνεσαι..” Ό συγκεκριμένος διάλογος αφορά, τη κριτική πρόσληψη, της λειτουργίας της Ποίησης, όπως ο Σολωμός, λειτούργησε. “Από τον νου στη καρδιά” ως Ποιητής.

-Ή ΛΆΜΨΗ Της προσωπικότητας του Ποιητή, η κοινωνική του θέση, και η οικονομική του ευχέρεια, τον τοποθετούν, στό κέντρο των Λογίων της Ζακυνθου. Μεταξύ αυτών, ο Αντώνιος Μέτεσης, και ο Γεώργιος Τερτσέτης, που όρθωσε το ανάστημά του, αργότερα σαν Δικαστικός, μαζί με τον Πολυζωίδη, και αρνήθηκε να υπογράψει τη καταδίκη του Κολοκοτρώνη, σε θάνατο, και πολλοί άλλοι. Όταν γεννήθηκε ο Σολωμός, τα Επτάνησα βρίσκονταν υπό την κυριαρχία, της Γαλλίας. Ακολούθησε ένα μικρό διάστημα, [1788-89] Ρωσοτουρκικής κατοχής, και το 1814 πρίν τη συντριβή του Ναπολέοντα, ένα χρόνο, περνούν, τυπικά στη κυριαρχία της Αγγλίας. Αν και σε καθαρά κοινωνικό επίπεδο ήταν γιός Κόντη και ώς Κόμης εφέρετο, αυτό δεν τον εμπόδισε, νέος ακόμα το 1824, να βάλει στον “Διάλογο” στό στόμα του Ποιητή, απευθυνόμενος στον Σοφολογιότατο, τα εξής, κάθε άλλο παρά τιμητικά περί “Ευγενείας”, και το κύρος των τίτλων της .< Ευγενής εσύ εμπρός, βλέπεις τον πρόγονό σου όπου έπαιζε τη φλογέρα βοσκώντας, τα πρόβατα".

-Ό ΣΟΛΩΜΟΣ, κατέκτησε στη κυριολεξία, τη γλώσσα την Ελληνική. Μεγάλη επηροή, δέχθηκε από τη γλώσσα, της “Πληβείας” μητέρας του. Επειτα μετά από τα μητρικά σκιρτήματα, τη Γαλλική και την Ιταλική γλώσσα. Στήν Ελληνική έγραψε τα πρώτα του ποιήματα, πρίν από το 1822. Σέ μιά γλώσσα με σχεδόν ή καθόλου παράδοση Ποιητική, γλώσσα, πού μολονότι, ήταν η μητρική του, δεν την είχε σπουδάσει Φιλολογικά, ενώ την είχε συγκοινωνήσει η έκρηξη της Επανάστασης. Τόν Μάϊο του 1823,ήταν,το πρώτο μεγάλο από άποψη Επαναστατικής Ποίησης, έργο του, μιας και από τις αρχές του ίδιου χρόνου φαίνεται πως ενημερώνεται για τα πράγματα της Επανάστασης λεπτομεριακά, στα πεδία των μαχών. Διάβαζε τις εφημερίδες της εποχής, όπως τα Ελληνικά Χρονικά. Που εξέδιδε στο Μεσολόγγι ο Ελβετός Φιλέλληνας Ιωάννης-Ιάκωβος Μάγερ, και τον “Φίλο του Νομού” την εφημερίδα της Ύδρας, το πρώτο φύλλο της οποίας, εκδόθηκε στις 10 Μαρτίου του 1824.

ΕΝΗΜΕΡΩΝΟΤΑΝ συχνά, και από τον Σπυρίδωνα Τρικούπη, για τα καθέκαστα της Επανάστασης, αλλά και από τον λαό όταν μιλούσε, και όταν τραγουδούσε, για να πάρει από το στόμα του, “τρόπους, σχήματα, νοήματα”.

ΚΑΤΗΓΟΡΗΘΗΚΕ ο Εθνικός μας Ποιητής, πως αυτός ο Ποιητής, της Πατριωτικής έξαρσης, ότι δεν πήγε στην Επαναστατική Ελλάδα, να πιάσει το όπλο να πολεμήσει. Ό Παλαμάς, έγραψε καλύτερα την υπεράσπισή του. “Ό Σολωμός, αν δεν εκράτησε όπλο, με τη λύρα του, πλήρωσε τον μεγάλο φόρο, πρός τη Πατρίδα. Φτάνει πως έγραψε, τότε τον ύμνο για τη καταστροφή των Ψαρών, καί από το μεγαλείο του πεσμένου Μεσολογγίου, το ποίημα των “Ελεύθερων πολιορκημένων”.

ΩΣΤΟΣΟ στη διάρκεια της αντιδικίας, επιτάθηκε το αίσθημα του νόθου, που βασάνιζε τον Ποιητή. Παρά του ότι κέρδισε τη δίκη, με τον Δημήτριο, ο “χαρακτηρισμός “νόθο” θα σημαδέψει όλη τη πορεία του Σολωμού. Αγωνία και ντροπή για τον Ποιητή, όπως προείπαμε. Γράφει το ποίημα “Ό Λάμπρος”,
που το χαρακτηρίζει. Τό ποίημα θλιβερή ιστορία, αποκτάει υπόσταση, αρχαίας τραγωδίας και αποσχολεί τη Ποιητική του διαδικασία για μιά δεκαετία. Αδελφοκτόνος δίκη, περί γενεολογίας, καθώς τόσο αυτός, όσο και ο αδελφός του Δημήτριος, είχαν γεννηθεί όταν η μάνα τους ήταν αστεφάνωτη. Ενα καθεστώς, σκληρό και άδικο, την εποχή εκείνη. Τό ποτό και το ψυχικό άγχος, το αξεπέραστο, παρά το ότι έψαχνε να λυτρωθεί, μέσα από το ποιητικό του έργο, κλόνισαν την υγεία του, που πήρε τη κάτω βόλτα, μετά από το τέλος της δικαστικής διαμάχης, για να οδηγηθεί στο εγκεφαλικό και τέλος στον θάνατο.

– Η ΖΩΗ του Εθνικού μας Ποιητή, με την “ασκητική αρετή”, από τη μία, και τα δραματικά πάθη από την άλλη, ήταν τραγική, και κάποια από τα συμβάντα αυτής της ζωής, καθώς και συμπεριφορές του, έδωσαν λαβή και επικρίσεις και αμφισβητήσεις από κάποιους μελετητές του. Ενδεικτικά θα παραθέσουμε τον
επικριτικό λόγο για τον Μεγάλο Ποιητή, του Κώστα Βάρναλη. “Ό Σολωμός, είχε όλες τις αρετές, του μεγάλου Ποιητή, και όλα τα ελαττώματα του άεργου αρστοκράτη, Τρυφερός, σκληρόκαρδος, ειρωνικός, και ειλικρινής, επίμονος και ασυνεπής, κοσμικός και ασκητής, θα μπορούσε να έχει όλα τα προτερήματα, και να μην είναι Ποιητής. Θά μπορούσε να έχει όλα τα ελαττώματα και να είναι Ποιητής. Κι’αυτό είναι το ζήτημα, Γιατί είναι Ποιητής, και μάλιστα Εθνικός και Μέγας!”

-ΌΛΕΣ οι μεγάλες συνθέσεις του Σολωμού, έμειναν αποσπάσματα. Απ’ αυτές “Ό Κρητικός” εθεωρείτο απόσπασμα, τελικά αποδείχθηκε ολοκληρωμένο, με αρχή μέση και τέλος. Καί αυτός ήταν ο λόγος, που οδηγούσε τον Ποιητή, από το μη τελειωμένο έργο στό άλλο. Τό ποίημα “Ό Λάμπρος, θά παραμείνει απόσπασμα, είπε γι’ αυτό το έργο, ο ίδιος, που, ήταν κατά κάποιο λόγο, φανταστικό μεν αλλά μιας περιόδου τραγικής, λόγω του προσωπικού του μαρτυρίου ως “νόθος”. Όπως και να έχουν τα πράγματα κατά τους κριτικούς του έργου του, αυτά τα αποσπάσματα, τα πολύτιμα <συντρίμματα του Σολωμικού έργου, αυτού του υπέροχου, Ποιητή, παραμένουν ο μέγας πλούτος, της νεοελληνικής γραμματείας.

ΑΣ ΔΟΥΜΕ όμως, συνοπτικά το έργο του, από το 1818 έτος επιστροφής από την Ιταλία στη Ζάκυνθο, έως τον θάνατό του το 1857 στη Κέρκυρα [1818-1823] Νεανικά Ποιήματα. Κατά τη περίοδο αυτή, ο Σολωμός συνεχίζει να γράφει στην Ιταλική γλώσσα, ποιήματα θρησκευτικού περιεχομένου, σατιρικά και σονέτα.[1823-1833]. Δημιουργική δεκαετία ορίζεται αυτή, στον "Ύμνο 1823" στον "Κρητικό" το "Τραγούδι στον Μπάϊρον" τον, Διάλογο τη "Γυναίκα της Ζάκυνθος" τον "Λάμπρο" τους "Έλεύθερους Πολιορκημένους“, και τον “Πορφύρα”, αναφερόμενοι στα μεγαλύτερα.. Κάποια, από τα πρώτα ποιήματά του Σολωμού, πέρασαν στο ευρύ κοινό, κυρίως της Επτανήσου, μελοποιημένα, και λειτούργησαν κατά τον τρόπο των δημοτικών τραγουδιών. Στήν ενίσχυση της επίδρασης του Σολωμού, στους Ποιητές του Ελλαδικού χώρου, ύπήρξε, τέσσερις και πλέον δεκαετίες αργότερα, με καθοριστική τη συμβολή, του Παλαμά, αλλά και άλλοι μεγάλοι Ποιητές, Σικελιανός, Βάρναλης, Σεφέρης, Παπατσώνης, Ελύτης, Ρίτσος, Βρεττάκος, δέχθηκαν δημιουργικές επιδράσεις, με εξαίρεση τον Καβάφη. Συχνά, μέχρι σήμερα, δέν λείπουν οι συνήθεις και εύλογες ιδεολογικές χρήσεις, του Σολωμού, όταν συμπλέκονται οι “ιδεολογίες”. Ο ίδιος είχε καταστήσει τα πράγματα σαφή.

Γράφει στους “Στοχασμούς” του για τους “Ελεύθερους Πολιορκημένους“, “Ό μικρός κύκλος που κινείται η πολιορκημένη πόλη, ξεσκεπάζει, στην ατμόσφαιρα, τα μεγαλύτερα συμφέροντα ,της Ελλάδας, για την υλική θέση, που αξίζει τόσο πολύ για εκείνους, που θέλουν να την αρπάξουν” Καί για την ηθική τάξη μας λέει ο Μεγάλος Ποιητής. “Τά μεγαλύτερα συμφέροντα της Ανθρωπότητας, δένονται με το παγκόσμιο σύστημα” Κλείσε στη ψυχή σου, την Ελλάδα και θα αισθανθείς μέσα σου να λαχταρίζει, κάθε είδους μεγαλείου” Ο λόγος, και οι στοχασμοί, των μεγάλων μας Ποιητών, πρέπει να χαίρει τουλάχιστον σεβασμού, δεν είναι προς χρήσιν για ιδιοτελείς λόγους….. όπως δυστυχώς συμβαίνει συχνά πυκνά και στίς μέρες μας. Ο θαυμαστός λόγος τους, ο διαχρονικός, και προφητικός, πρέπει να χρησιμοποιείται μόνο προς διδαχή. Δυστυχώς όμως βλέπουμε να τον χρησιμοποιούν στον δημόσιο λόγο τους Πολιτικοί, και διάφοροι ακραίοι “υπερπατριώτες” απλοί Πολίτες, προς εξυπηρέτηση των ιδεολογικών τους διαφορών, που χάνουν την αξία τους και το νόημά τους έτσι που έρχονται εν μέσω διενέξεων….Μόνο ώς διδαχή, όπως προείπαμε δικαιολογείται η χρήση τους. Γιά παράδειγμα, ας ακούσουμε και ας θαυμάσουμε τα λόγια του Σολωμού, “Περί Παιδείας εναντίον της διαφθοράς”. Γράφει από τη Κέρκυρα στόν Γιώργο Τερτσέτη στις 25 Μαρτίου 1842. “Είναι είκοσι ένα χρόνια, που σαν σήμερα, η Έλλάδα έσπασε τις αλυσίδες. Η μέρα αυτή του Ευαγγελισμού, είναι μέρα για χαρά και για δάκρυα. Χαράς για το μέλλον και δάκρυα, για τη σκλαβιά, τα περασμένα. Καί για το σήμερα τι να πώ? Ή διαφθορά είναι τόσο γενική, και έχει ρίζες τόσο βαθειές, που σε κάνει να σαστίζεις. Μόνο όταν τα αίτια της διαφθοράς, εξολοθρεφτούν πέρα ως πέρα, θα μπορέσουμε να έχουμε, αναγέννηση. Τότε μόνον, το μέλλον μας θα είναι μεγάλο, όταν όλα στηριχτούν, στην ηθική, και θριαμβεύσει η δικαιοσύνη. Όταν τα γράμματα καλλιεργηθούν, όχι για μάταιη επίδειξη, παρά για το όφελος, του Λαού, που έχει ανάγκη τη παιδεία, και από μόρφωση, πραγματική μόρφωση, όχι απλή γνώση. Τότε θα έχουμε, η μάλλον θα έχουνε τα παιδιά μας, μιά ηθική αναγέννηση, και το μέλλον θα είναι μεγάλο!

ΥΜΝΟΣ ΕΙΣ ΤΗΝ ΕΛΕΥΘΕΡΙΑΝ
Ό Ύμνος εις τυη Ελευθερίαν είναι Ποίηση, συνειδητά, εθνικοπολιτική με την έξαρση, του 1821,και τη σύνδεση προς την Αρχαία, Ελλάδα. Ο Ύμνος δημιούργησε τη βάση της Νεοελληνικής γραμματείας και ευχολογίας. Μεταφράστηκε και κυκλοφόρησε, στη Δυτική Εύρώπη, ενίσχυσε το Φιλελληνικό ρεύμα και καθιέρωσε τη φήμη του Σολωμού, ως μεγάλου Ποιητή. Ό ένθερμος ενθουσιασμός, πρός την Ελευθερία η απεριόριστη αντίθεσή του πρός τις σκοτεινές δυνάμεις, της απελευθερίας, η παρότρυνσή του προς τον Λαό, να απαλλαγεί από μιά σκληρή τυραννία, έκαναν τον Ύμνο, μανιφέστο, του προοδευτικού ρομαντισμού, σε ολόκληρη την Ευρώπη. Οί μεγάλοι Γάλλοι ρομαντικοί Ποιητές Βίκτωρ Ουγκώ, Λαμαρτίνος, και Σατωμβριάδος, τον χαιρέτησανε ενθουσιασμό.

Από το εικ. βιβλίο μου “ΟΙ ΑΓΑΠΗΜΕΝΟΙ ΜΟΥ ΠΟΙΗΤΕΣ

[Παυλίνα Μπεχράκη]
Εικαστικός, Συγγραφέας, Ποιήτρια