ΑΦΙΕΡΩΜΕΝΟ ΣΤΟΥΣ ΕΛΛΗΝΕΣ ΣΜΥΡΝΑΙΟΥΣ ΜΕ ΣΕΒΑΣΜΟ ΚΑΙ ΑΓΑΠΗ: Η ΣΜΥΡΝΗ ΔΕΝ ΘΑ ΞΕΧΑΣΤΕΙ ΠΟΤΕ

Εμφανίσεις: 1511

Γράφει η Παυλίνα Μπεχράκη

Ή ΣΜΥΡΝΗ δεν θα ξεχαστεί ποτέ Χάθηκε και ο ίσκιος της
μας λέει ο Ποιητής. Τή χάσαν οι Θεοί, τη χάσαν οι Σμυρνιοί,
και ο Ελληνισμός, Μά δεν θα ξεχαστεί Είναι πανέμορφη,
ολοζώντανη, προστατευμένη, κάτω από της Μνημοσύνης τα φτερά. Ή φορεσιά της φήμης της, ομορφοκεντημένη,
με λέξεις μαγικές, χρυσές, πολύτιμες ,και μαργαριταρένιες,
απ’ τους τρανούς του Λόγου, της Τέχνης και της Ποίησης!

[Π.Μπ] Από το εικον. βιβλίο μου “Η ΚΑΛΛΙΣΤΗ ΠΑΣΩΝ ΣΜΥΡΝΗ

Αγαπημένε μου Αναγνώστη,
Θα μετακινήσουμε άλλους καιρούς, καθώς μας λέει ο Σμυρναίος Ποιητής, Γιώργος Σεφέρης, για να περπατήσουμε, στους δρόμους και τα σοκάκια, της όμορφης, και Μεγάλης “ΚΑΛΕΙ ΚΑΙ ΜΕΓΕΘΕΙ” όπως την αναφέρουν οι επιγραφές, πρίν οι πύρινες γλώσσες, της κόκκινης Μάγισσας, την καταπιούν, και να αφανίσει ό,τι απόμεινε η μανία του Τούρκου, με αποτέλεσμα να μην έχει μείνει τίποτα που να θυμίζει αυτή την Ελληνίδα Κόρη. Ούτε ο ίσκιος της. Είναι μας λέει ο Τρανός Ποιητής “όπως, αν τύχει και μπείς, μιά νύχτα, στη Πολιτεία που σ’ ανάθρεψε, κι’ έπειτα συνθέμελα, τη χάλασαν, και την ξανάχτισαν, και παλεύεις, να μετακινήσεις άλλους καιρούς, για να ξαναβρεθείς”.

Ή ΌΜΟΡΦΗ Τρανή Πολιτεία, μετράει χιλιάδες χρόνια ζωής. Χαλάστηκε και χτίστηκε, από την αρχή, από τους κατακτητές Γενουάτες Ιππότες, Όθωμανούς, Τούρκους. Στων τελευταίων την απόλυτη κυριαρχία, έμεινε για αιώνες, κατά πως γνωρίζουμε από τα διαβάσματά μας, μέχρι τη μέρα της απελευθέρωσης από τον Ελληνικό στρατό, στις 2 Μαϊου, 1919. Μόνο που αυτό το δώρο, κράτησε μόλις τρία χρόνια. Ή ΠΑΝΈΜΟΡΦΗ ΕΛΛΗΝΊΔΑ ΚΌΡΗ ΤΗΣ ΑΝΑΤΟΛΗΣ, βάδισε και πάλι, τον δρόμο, του πιό φρικτού μαρτυρίου αυτή τη φορά. Παραδόθηκε στη φωτιά, και έγινε στάχτη. Όμως για τον ΕΛΛΗΝΙΣΜΌ ΌΠΟΥ ΓΗΣ είναι ολοζώντανη,
αυτή η θαλασσοχαΪδεμένη, προστατευμένη σα μέσα μέρη της καρδιάς του. Μέ αυτή τη μικρή αναφορά, θά μείνουμε στις φοβερές μοναδικές σε αγριότητα και βαρβαρότητα στιγμές της Τραγωδίας, που συγκλόνισαν την ανθρωπότητα Δυστυχώς πρέπει να το πούμε, με το θάρρος της γνώμης που μας χαρακτηρίζει, υπάρχουν κάποιοι κατ’ όνομα Έλληνες, με θεσμικές θέσεις, που έχουν εκφράσει και μάλιστα δημόσια, την αμφαβήτησή τους για τις σκηνές φρίκης, που εκτυλίχθηκαν, και καταγράφηκαν, δια χειρός της φωτογραφικής τέχνης και κείμενα μνήμης αυτοπτών μαρτύρων, Σμυρναίων Λογίων, χαρακτηρίζοντας το κυνήγι των Ελλήνων από τους Τούρκους, που έτρεχαν στη παραλία να άνέβουν σε κάποιο πλοίο να σωθούν, ελπίζοντας σε θαύμα “συνωστισμό”.

“Ο ΚΟΣΜΟΣ έτρεχε, να γλυτώσει από τη φωτιά και τους Τούρκους, και περίμενε βασανιστικά στις ουρές για να περάσει στα πλοία ενώ Τούρκοι στρατιώτες διενεργούσαν εξονυχιστικούς ελέγχους, αφαιρώντας τα τιμαλφή και συλλαμβάνοντας όσους άντρες ήταν πάνω από 15 ετών για να τους στείλουν στα τάγματα εργασίας. Οι μανάδες έντυναν τα αγόρια τους με γυναικεία ρούχα για να τα περάσουν στα πλοία, ξετυλίγονταν φρικτές εικόνες ανθρώπινου πόνου και δυστυχίας. Ο κόσμος έπεφτε στη θάλασσα να κολυμπήσει μέχρι τα καράβια των ξένων και οι Τούρκοι πυροβολούσαν στη θάλασσα. Τα πλοιάρια βούλιαζαν από το βάρος ενώ από πίσω η πόλη καιγόταν και η φωτιά είχε φτάσει μέχρι και τα παραλιακά κτίρια.

Οι φωτιές ξεκίνησαν από την αρμένικη συνοικία και εξαπλώθηκαν γρήγορα σε όλη τη Σμύρνη. Οι Αμερικανοί καθηγητές και ναύτες κάνουν λόγο για Τούρκους στρατιώτες που ξεχύθηκαν στα στενά σοκάκια της Σμύρνης κρατώντας δοχεία με πετρέλαιο και κηροζίνη, λούζοντας τα σπίτια, τις εκκλησίες και τους καθολικούς ναούς. Από τις 46 ορθόδοξες εκκλησίες σώθηκαν οι τρεις. Οι εμπρησμοί κατέστρεψαν τα 3/5 της έκτασης της Σμύρνης αφήνοντας άθικτη την τουρκική συνοικία. Η επίσημη θέση της τουρκικής ιστοριογραφίας παρουσιάζει τις φωτιές ως έργο των ίδιων των Αρμενίων και Ελλήνων, για να μην βρουν τα σπίτια τους σώα οι Τούρκοι και κατοικήσουν σε αυτά. Τι να απαντήσεις στο θράσος αυτό, που συνεχίζεται και συνεχίζεται επί χρόνια από τον καό αυτόν γείτονα που δεν έχει σταματημό ,μέχρι τούτη την ώρα, αγαπημένε μου αναγνώστη?”

ΜΑΤΑΙΗ Η ΕΛΠΙΔΑΓΙΑ ΤΟΝ ΓΥΡΙΣΜΟ

Μάταιη η ελπίδα για τον γυρισμό, που γεννιέται από’ του αδύναμου θνητού τη μοίρα, είναι εκείνη του ασμυρνιού,
που πέτρωσε στο κεφαλόσκαλο, την ώρα τη στερνή,
πού’ βαλε την αμπάρα, το κλειδί στη πόρτα και διπλοκλείδωσε
αγάπη σπιτικό του. Μάταιη η ελπίδα για τον γυρισμό, μάταιη
η νοσταλγία, Αιώνια παρηγοριά, ο σιγανός ήχος της Μνήμης!

[Παυλίνα Μπεχράκη]
Εικαστικός, Συγγραφέας, Ποιήτρια